Η Θεσσαλονίκη μετά τα μεσάνυχτα
Θεσσαλονίκη ώρα μηδέν, οδός Αγίου Δημητρίου. Τρομακτική ησυχία επικρατεί, τόσο έντονη που ακούγονται βήματα και ανάσες όσο περπατάς. Το μόνο που υπάρχει είναι άδειοι δρόμοι, και λίγες συνομιλίες από τα μπαλκόνια των πολυκατοικιών.
της Κωνσταντίνας Χαϊνά
Ειρωνικό το γεγονός, ότι το μόνο που έχει μείνει σε μία πόλη «που ποτέ δεν κοιμάται», είναι τα ιδιαίτερα πορτοκαλί φώτα στους δρόμους, ενώ η Θεσσαλονίκη μπήκε στο «κόκκινο», αφού εκατοντάδες είναι τα κρούσματα καθημερινά.
Περίπτερα που δεν έκλειναν ποτέ, τώρα έχουν κατεβάσει τα γκρι μεταλλικά ρολά τους, αφού για ακόμη ένα βράδυ, δεν υπάρχει νόημα να παραμείνουν ανοιχτά.
Προχωρώντας λίγο πιο κάτω, από ένα μπαλκόνι ακούγεται μουσική. Προφανώς, σε όλη αυτή την ενοχλητική ηρεμία, σου τραβάει την προσοχή.
Το τραγούδι που παίζει είναι το «Θεσσαλονίκη» από τους De Facto, ελπίζοντας πως θα ξαναζήσουμε σύντομα αυτά που αναφέρουν οι στίχοι. Φαίνεται πως υπάρχει ακόμη, έστω και μία μικρή ελπίδα, σε αυτή την πόλη.
«Θέλω να με πας εκεί που όλα είναι ωραία και να ‘χω πάντοτε παρέα
σου λέω θέλω να με πας
Θεσσαλονίκη με φεγγάρι όλους τους πόνους μου να΄πάρει
να ξημερώσεις στο Βαρδάρη
εκεί για πάντα να με πας…»
Συνεχίζοντας και κατεβαίνοντας, το πάρκο της Ρωμαϊκής Αγοράς, είναι και αυτό άδειο, ούτε μισός άνθρωπος. Ένα γκράφιτι που έχει απομείνει γράφει «στο δρόμο γεννιούνται οι συνειδήσεις».
Φυσικά το ίδιο συμβαίνει και στην πλατεία, με την μόνη διαφορά εκεί να κάθεται μία παρέα, με τον έναν από τα παιδιά, να κοιτάει το ρολόι και να λέει, «πέρασε η ώρα, ας φύγουμε».
Αυτό που κάνει ιδιαίτερη εντύπωση, είναι πως λένε ο ένας στον άλλον «να προσέχεις και υπομονή». Υπομονή, και θα περάσει όλο αυτό.
Στο μυαλό μου κατευθείαν έρχεται το γεγονός ότι, αυτή η πρόταση δεν ειπώθηκε μόνο λόγω της εγκληματικότητας, αλλά για την μάχη που δίνουμε καθημερινά απέναντι σε κάτι αόρατο.
Για πόσο όμως ακόμη, θα αντέξουμε, ώστε να βγούμε νικητές, εναντίον του κορωνοϊού;
Πραγματικοί νικητές, σαν αυτούς που καταφέρνουν να βγουν από τα νοσοκομεία, έχοντας ξεπεράσει τον κίνδυνο.
Διασχίζοντας την Ρωμαϊκή Αγορά, φτάνεις στην πιο κεντρική πλατεία της πόλης, την Αριστοτέλους.
Το μόνο που βλέπεις είναι τους οδηγούς των ταξί, να μιλάνε μεταξύ τους, σαν «χαμένοι» θυρωροί της νύχτας, που περιμένουν απλά, χωρίς να μπορούν να εξυπηρετήσουν κανέναν.
Περιμένουν, μάταια, και αυτοί ένα δρομολόγιο για το αεροδρόμιο, το οποίο φυσικά, ποτέ δεν θα έρθει.
Μ’ αυτά και μ’ αυτά βαδίζουμε τοίχο-τοίχο προς την πιο περίεργη περίοδο που θα έχουμε ζήσει ποτέ, τα Χριστούγεννα. Όπου συνδυάζονται, με όλα όσα -προφανώς- δεν επιτρέπονται και θεωρούνται επικίνδυνα εν μέσω πανδημίας, τα πάρτι, οι αγκαλιές, οι μεγάλες παρέες.
Θα αναγκαστούμε πάλι να αυτοσχεδιάσουμε, όπως κάναμε το Πάσχα, και να βρούμε διαφορετικούς τρόπους διασκέδασης και ανακούφισης, που ίσως, για λίγη ώρα θα μας κάνουν να ξεχαστούμε, σαν να είναι άλλη μία γιορτή Χριστουγέννων.
Βέβαια τα φετινά, φαίνεται να είναι αξέχαστα, όπως άλλωστε και ολόκληρη η χρονιά του 2020, η οποία είναι κάτι παραπάνω από ατελείωτη.